μεγαλοφυία

μεγαλοφυία
η
1) гениальность; 2) гений

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "μεγαλοφυία" в других словарях:

  • μεγαλοφυία — μεγαλοφυίᾱ , μεγαλοφυία nobleness of nature fem nom/voc/acc dual μεγαλοφυίᾱ , μεγαλοφυία nobleness of nature fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλοφυίᾳ — μεγαλοφυίᾱͅ , μεγαλοφυία nobleness of nature fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλοφυΐα — η (ΑM μεγαλοφυΐα) [μεγαλοφυής] η ιδιότητα τού μεγαλοφυούς, εξαιρετικό πνεύμα, μεγάλη διάνοια, δαιμόνιος νους νεοελλ. 1. η υψηλότερη μορφή ανάπτυξης τών πνευματικών ικανοτήτων τού ατόμου, που ενσαρκώνονται σε δημιουργήματα, επιτεύγματα και… …   Dictionary of Greek

  • μεγαλοφυΐα — η μεγάλη διάνοια, εξαιρετική ευφυΐα: Ο γιος του είναι μεγαλοφυΐα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μεγαλοφυίας — μεγαλοφυίᾱς , μεγαλοφυία nobleness of nature fem acc pl μεγαλοφυίᾱς , μεγαλοφυία nobleness of nature fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλοφυίαν — μεγαλοφυίᾱν , μεγαλοφυία nobleness of nature fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλοφυίαις — μεγαλοφυία nobleness of nature fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • Γκόγκολ, Νικολάι Βασίλιεβιτς — (Nikolay Vasilyevich Gogol, Σοροστσίντσι, Πολτάβα 1809 – Μόσχα 1852). Ρώσος συγγραφέας. Καταγόταν από πατριαρχική οικογένεια Ουκρανών κοζάκων, έζησε έως δώδεκα ετών στο μικρό πατρικό υποστατικό της Βασιλιέβκα και αργότερα φοίτησε στο γυμνάσιο του …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»